Перевод: с английского на греческий

с греческого на английский

μετὰ λόγου

  • 1 After

    prep.
    Of time, place or
    degree: P. and V. μετ (acc.).
    Of time: P. and V. ἐκ (gen.), ἐπ (dat.).
    Just after ( of time): Ar. and P. πό (acc.).
    After a time ( interval): P. and V. διὰ χρόνου.
    After dinner: Ar. πὸ δείπνου.
    Producing argument after argument: P. λόγον ἐκ λόγου λέγων (Dem.).
    One after another: V. ἄλλος διʼ ἄλλου.
    In search of: P. and V. ἐπ (acc.).
    On the day after the mysteries: P. τῇ ὑστεραίᾳ τῶν μυστηρίων (Andoc. 15).
    On the day after he was offering sacrifice for victory: P. τῇ ὑστεραίᾳ ἢ ᾗ τὰ ἐπινίκια ἔθυεν (Plat., Symp. 173A).
    Shortly after this: P. μετὰ ταῦτα οὐ πολλῷ ὕστερον (Thuc. 1, 114).
    Immediately after the naval engagement at Corcyra: P. εὐθὺς μετὰ τὴν ἐν Κερκύρᾳ ναυμαχίαν (Thuc. 1, 57).
    ( Be named) after: P. and V. ἐπ (gen. or dat.).
    Behind: P. and V. ὄπισθεν (gen.).
    After all: P. and V. ρα, V. ἆρα.
    How mad I was after all, ( though I did not know it): Ar. ὡς ἐμαινόμην ἄρα (Nub. 1476).
    ——————
    adv.
    Of time: P. and V. ὕστερον, V. μεθύστερον.
    Those who come after: P. and V. οἱ ἔπειτα, P. οἱ ἐπιγιγνόμενοι, V. οἱ μεθύστεροι; see Descendant.
    Of place: P. and V. ὕστερον, ὄπισθεν; see Behind.
    ——————
    conj.
    P. and V. ἐπεί, ἐπειδή; see When.

    Woodhouse English-Greek dictionary. A vocabulary of the Attic language > After

См. также в других словарях:

  • Платон философ — знаменитый философ, род. в Афинах между 430 и 427 гг. до Р. Хр. По некоторым, впрочем сомнительным, свидетельствам его настоящее имя было Аристокл, а П. только прозвание. Семейство его принадлежало к знатному и богатому роду: по отцу, Аристону,… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • Платон, философ — знаменитый философ, род. в Афинах между 430 и 427 гг. до Р. Хр. По некоторым, впрочем сомнительным, свидетельствам его настоящее имя было Аристокл, а П. только прозвание. Семейство его принадлежало к знатному и богатому роду: по отцу, Аристону,… …   Энциклопедический словарь Ф.А. Брокгауза и И.А. Ефрона

  • GAUDIUM — inter Numina Romanorum memoratur Clementi Alex. Protrept. p. 12. Vide quoque supra Dii. Alias Gaudium, πάθος lenius, quam laetitia. Cic. Tuscul. Quaest. Quum ratione animus movetur placide atque constanter, tum illud Gaudium dicitur; quum autem… …   Hofmann J. Lexicon universale

  • περιληπτός — ή, όν, Α [περιλαμβάνω] 1. αυτός που είναι δυνατόν να κατανοηθεί, καταληπτός («τὸ μὲν δὴ νοήσει μετὰ λόγου περιληπτόν», Πλάτ,) 2. (με δοτ.) αυτός που περιλαμβάνεται, που περιέχεται κάπου («παραισθήσει... περιληπτήν αἴσθησιν», Φιλόδ.). επίρρ...… …   Dictionary of Greek

  • συμπείθω — Α [πείθω] 1. πείθω κάποιον εντελώς («μετὰ λόγου καὶ ἀποδείξεως τοὺς ἀνθρώπους συμπείθουσιν», Λυκούργ.) 2. μτφ. παρασύρω κάποιον σε κάτι 3. μέσ. συμπείθομαι δέχομαι κάτι ως ορθό μαζί με άλλους («εἰ ταῡθ οἱ Φιλίππου μὴ συμπειθήσονται πρέσβεις»,… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Φιλοσοφία και Σκέψη — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ Η φιλοσοφία ως κατανοητικός λόγος Όταν κανείς δοκιμάζει να προσεγγίσει την αρχαία ελληνική φιλοσοφία, πρωτίστως έρχεται αντιμέτωπος με το ερώτημα για τη γένεσή της. Πράγματι, η νέα ποιότητα των φιλοσοφικών θεωρήσεων της… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Γραμματεία και Λογοτεχνία — ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΟΓΡΑΦΙΑ H λέξη ιστορία συνδέεται ετυμολογικά με τη ρίζα Fιδ , η οποία σημαίνει «βλέπω», και υπό αυτή την έννοια ιστορία είναι η αφήγηση που προκύπτει από έρευνα βασισμένη στην προσωπική παρατήρηση. Τα κείμενα των αρχαίων… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Θέατρο — ΑΡΧΑΙΑ ΤΡΑΓΩΔΙΑ Ένας λαός που έχει έξι πτώσεις και κλίνει τα ρήματά του με χίλιους τρόπους, έχει μια πλήρη, συλλογική και υπερχειλίζουσα ψυχή. Αυτός ο λαός, που δημιούργησε μια τέτοια γλώσσα, χάρισε τον πλούτο της ψυχής του σε όλο το… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • Ιαπωνία — Επίσημη ονομασία: Αυτοκρατορία της Ιαπωνίας Έκταση: 377.835 τ. χλμ. Πληθυσμός: 126.771.662 (2001) Πρωτεύουσα: Τόκιο (8.130.408 κάτ. το 2000)Νησιωτικό κράτος της ανατολικής Ασίας, χωρίς σύνορα στην ξηρά με άλλη χώρα. Βρέχεται στα Β από την… …   Dictionary of Greek

  • Ρωσία — H Pωσική Oμοσπονδία αποτελεί το μεγαλύτερο σε έκταση κράτος της γης. Tα σύνορά της ξεκινούν από την Eυρώπη, καλύπτουν όλη την Aσία και φτάνουν στην Άπω Aνατολή. Bόρεια και ανατολικά βρέχεται από τον Aρκτικό και τον Eιρηνικό Ωκεανό και στα δυτικά… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»